Φρυκτωρία: Η διά πυρός ή πυρσών μετάδοση σημάτων τη νύκτα. Φρυκτωρέω-ώ, το αντίστοιχο ρήμα.Στην ιστοσελίδα αυτή, πολύ απλά, φιλοδοξούμε να φρυκτωρούμε φλόγες ποίησης και οποιασδήποτε άλλης στιγμής και πράξης αποτελεί ποίηση και συνεπώς ομορφαίνει τη ζωή μας. Όπως οι πηγές της Μόκιστας του Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας (στο φόντο).Ένα παραμύθι, ένα υδάτινο λουλούδι με μια ομορφιά σκέτη φλόγα που ρέει κρυστάλλινη, δροσερή και ακαταμάχητη.. Ό,τι όμορφο είναι και ποιητικό, και ό,τι πραγματικά ποιητικό είναι και ανθρώπινο... Λίγο πιο κάτω στη δεξιά στήλη θα βρείτε την ποιητική συλλογή μου σε ebook

Σε λίγους στίχους κουρνιασμένος (κατεβάστε από εδώ)

από τις διαδικτυακές εκδόσεις 24grammata.com καθώς και μερικά έμμετρα χιουμοριστικά παραμύθια μου και κάποια θεατρικά έργα μου για παιδιά.

Υ.Γ. Η ιστοσελίδα αυτή είναι υπό κατασκευή. 'Υπό κατασκευή'. Μ' αρέσει αυτή η φράση. Υπό κατασκευή. Μονίμως, όπως και η ζωή μας. Γι' αυτό, τη φράση τούτη θα την κρατήσω! Under construction, που λένε, γιατί Θα φρυκτωρούμε και Αγγλιστί. Because we're gonna... blog our poetical ways through English, as well, transmitting poetic flames from heart to heart and soul to soul. Ας αρχίσουμε λοιπόν. Let's get started!
(Επισκεφτείτε και τις
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΕΣ ΦΡΥΚΤΩΡΙΕΣ, το μικρό αδερφάκι της ιστοσελίδας, για μεταφράσεις ποιημάτων στα Ελληνικά ξένων ποιητών. Από τις (έντυπες) εκδόσεις 24γράμματα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία το Αγγλικό έπος του 14αι 'Ο Σερ Γκοουέην κι ο Πράσινος Ιππότης' (Sir Gawain and the Green Knight) για ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, από τα Middle English (Αγγλικά 14 αι.)
You can also visit ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΕΣ ΦΡΥΚΤΩΡΙΕΣ, the site's little brother for foreign - language poetry translated into Greek!

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Από Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδία κ’



                                    Λύνουν τ’ ασκί κι οι άνεμοι όξω χυθήκανε όλοι,
                                                κι αυτούς τους πέταξε άξαφνα στο πέλαγο η αντάρα,
                                                αλάργα πάλε απ’ τη γλυκιά πατρίδα, ενώ θρηνούσαν.
                                                Ξύπνησα τότε κι έλεγα στην άφοβη καρδιά μου,
                                                να πέσω αμέσως να πνιγώ στο κύμα απ’ το καράβι
                                                ή να βαστάξω αμίλητα και στη ζωή να μείνω.
                                                    (Οδύσσεια, ραψωδία κ’, στ.: 48-53, μτφρ.: Ζήσιμου Σιδέρη)
Τί κάνατε, σύντροφοι, εκεί, τί κάνατε;
Την άβυσσο, ταλαίπωροι, ελευθερώσατε,
όχι την άβυσσο, το Έρεβος, τον Κέρβερο
που να κατασπαράξει θέλει τ’ όνειρό μας το μεγάλο.
Αχ, οι Θεοί με κυνηγούν κι οι Μοίρες με χλευάζουν
και πλάνητας θα καταντήσω, σκόρπιος άνεμος
για λίγα ζητιανεύοντας ψιχία της πατρίδας.
Αχ, καπνό πατρώο θε να δω, και σπίτι να μη γευτώ!
Δεν ήτανε ασκός μ’ Ανέμους τούτος, δεν ήταν. Όχι!
Το κουτί ήταν της πανάρχαιας Πανδώρας
που απ’ τα Τάρταρα της Λήθης γύρισε κι αμόλησε
τις Ερινύες που διψούν για το αίμα ονειρευτών
που τόλμησαν να πλησιάσουν την Ιθάκη τους.
Αλλοίμονο, εκεί που τη ζωή μας θ’ ανασταίναμε
στου Ποσειδώνα πέσαμε τα ιοβόλα άγγιστρα.

Σκίστε τα ρούχα, ρίξτε χώμα στα μαλλιά
στα δάκρυά σας λευκανθείτε, σα θρόισμα τ’ ανέμου
ελαφρείς να γίνετε μήπως κι ο Θεός μας λυπηθεί.
Εμπρός, γκρεμούς ανηλεείς ν’ ανέβουμε έχουμε
από μαύρες θάλασσες και στεριές αβυσσοτόκους.
Αχ, Άδη που πεθύμησες στο Χάος να μας γκρεμίσεις.
Κι ορίζοντας πουθενά – γιατί δεν ξέρω πια
που τελειώνει ο Ορίζοντας κι αν τελειώνει!

Μα όχι! Δεν τη χάσαμε την Ιθάκη μας. Όχι!
Κι ας φουρτούνιασε η ψυχή από τα πάθη μας
τη στιγμή που σπίθα ένιωσε του Παραδείσου.
Αχ, είμαι ο Οδυσσέας και πάντα θά ’μαι
και το έπος τούτο πρέπει να το ζήσω!
Εμπρός, αδέρφια κάμετε τα δάκρυα κουπιά
και την πίστη άφθαρτο άσειστο πανί,
ντυθείτε την αλμύρα, μεταλάβετε τον Ουρανό
μη και ναυαγήσει τ’ Όνειρο στις ερημιές του χρόνου.
Όρτσα οι καρδιές. Τώρ’ αρχίζει η Οδύσσειά μας!

Αγνώστου ποιητικού αιτίου...



Μόνος για καφέ σε καφετέρια με θέα έναν πεζόδρομο, αγχωμένους περαστικούς και ανέμελους (τρόπος του λέγειν, φυσικά) 'αργόσχολους', σαν εμένα τώρα δηλαδή!
Μου ζητήθηκε να γράψω ένα άρθρο – μικρό, μεγάλο, δεν ξέρω ακόμη – για την ποίηση. Έτσι γενικά; Έτσι γενικά. Μου ζητήθηκε; Από ποιον, θα αναρωτηθείτε; Το ποιητικό αίτιο (για να θυμηθούμε λίγο τα σχολικά χρόνια) το αγνοώ αλλά υπόσχομαι να το βρω, αν και θυμίζει πολιτική δέσμευση το ρήμα αυτό και στην ποίηση δεν συνάδουν τέτοια σχήματα λόγου. Και ποιος θα το δημοσιεύσει; Και ποιος θα το διαβάσει, θα αναρωτηθεί ο φιλύποπτος αναγνώστης; Νοηματοδοτεί τίποτα η ποίηση στον κόσμο της πληροφορικής και της γενετικής; Χιλιοειπωμένο βεβαίως αυτό, ‘κλισέ’ σε άπταιστα ελληνικά. Όπως κλισέ είναι και το επιχείρημα της έλλειψης χρόνου για το διάβασμα βιβλίων όθεν και για το διάβασμα ή καλύτερα τη μελέτη της ποίησης. Αιθεροβάμονες που αυτο-αποκαλούνται ποιητές. Και μένει η ποίηση ένα παιδικό ανάγνωσμα των σχολικών χρόνων μας, μια ευχάριστη η δυσάρεστη (ως επί το πλείστον φοβάμαι για τους περισσότερους) ανάμνηση ή κάποιες φορές γίνεται απαγγελία στη φαρέτρα πολιτικών ή ‘διαβασμένων’ απλά για να πουλήσουν γνώσεις και να επιδειχτούν. Είναι μια από τις πολλές αντιφάσεις της εποχής (ένα ακόμη κλισέ) ότι ελάχιστοι διαβάζουν ποίηση αλλά όλοι σχεδόν θα θεωρήσουν προτέρημα του χαρακτήρα τη γνώση κάποιων στίχων και λίγων ονομάτων κάποιων ποιητών.  
Αλήθεια θυμούμαστε άραγε ότι ποίηση βγαίνει από τη λέξη ποιώ, πράγμα δηλωτικό της ταύτισης της με την δημιουργία; Στο μυαλό μας βέβαια ταυτίζεται συνήθως απλά και μόνο με τη δημιουργία ομοιοκαταληξίας και σε στιγμές ποιητικού οίστρου δημιουργούμε κάποια ομοιοκάταρκτα στιχάκια και τα ονομάζουμε ποίηση. Κανείς βέβαια δε χαρακτήρισε ποτέ ποίηση τους στίχους των σουξέ (άλλη μια κλασσική ελληνική λέξη) αλλά αυτοί έχουν πλειάδα ένθερμων οπαδών σε αντίθεση με την ποίηση η οποία βρίσκεται κάπου κρυμμένη στις βιβλιοθήκες και στα ξεχασμένα σεντούκια του σχολικού μυαλού μας. Φταίει σίγουρα και το σχολείο αν με τον όρο ποίηση εννοούμε ομοιοκατάληκτα τετράστιχα και τίποτα παραπάνω. Δεν έχω όμως καμιά διάθεση να παριστάνω τον κατήγορο ούτε να στηλιτεύσω το ‘σύστημα,’ η εύκολη δικαιολογία για τη δική μας ατολμία. Άλλωστε σάμπως δε φταίνε και οι ποιητές οι οποίοι αποκόβονται από τον ιστό που τους τροφοδοτεί με έμπνευση, με ποίηση; Φυσικά σε καμία περίπτωση δεν θέλω να κατηγορήσω – ούτε μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο βέβαια – ρεύματα ποιητικά. Σίγουρα αυτά ήταν, είναι και θα είναι φύσημα ανανεωτικό στην αναπνοή της ποίησης, ένας λόγος παραπάνω να διαθέσουμε κάποια ευρώ στα βιβλιοπωλεία. Θα μου πείτε τώρα; Και τι να κάνει ένας ποιητής (καθιερωμένος ή εκκολαπτόμενος); Να πάρει την ντουντούκα και να βγει τελάλης έξω στους δρόμους, πράγμα δυνατό μόνο ως σενάριο σατιρικού έργου;
Υπάρχουν πιστεύω πολλοί που αγαπούν την ποίηση αλλά δεν το δηλώνουν γιατί φοβούνται μήπως χαρακτηριστούν χαζορομαντικοί ενώ αν δηλώσεις οπαδός αστεριού ‘ριάλιτυ σόου’ τότε θα θεωρηθείς μοντέρνος, ‘κουλ’! Η ποίηση για τους φαντασιοκόπους, γραμμένη από λαπάδες, για να μην ξεχνάμε να διαδόσουμε και άλλο την περίφημη πια φράση γνωστού πολιτικού. Σίγουρα θέλει αυστηρή προσήλωση η ανάγνωση ποίησης, συγκέντρωση και διαύγεια. Για κάποιον μη μυημένο βέβαια (αν και πολύ αποκρυφιστικό ακούγεται αυτό), η ποίηση (κυρίως η σύγχρονη) ενδέχεται να φανεί στην αρχή παράδοξη, ‘άρες μάρες κουκουνάρες’ επί το λαϊκότερον. Στην πορεία ωστόσο μπορεί να ενεργοποιηθούν τα μύχια εκείνα κύτταρα της ψυχής μας που αποζητούν το υπερβατικό και η ποίηση μπορεί να αποτελέσει άρωμα υπερβατικότητας και αχτίδα του αιώνιου. Σιγά σιγά η ραθυμία και η έλλειψη διάθεσης μπορεί να μεταβληθεί σε αγάπη για την ποίηση. Γιατί η ποίηση είναι αγάπη και έρωτας. Έρωτας της ζωής, της φύσης που κουβαλούμε μέσα μας, του αιώνιου που λανθάνει στο αίμα μας, ένα  σκίρτημα πόθου για ένωση με τα μυστικά της χαράς και της ψυχικής ευδαιμονίας, μια γραφή από το Άπειρο.
Εδώ δεν έχω χρόνο για βόλτα, ποιήματα θα διαβάσω, θα πούνε πολλοί. Σίγουρα, αλλά κανείς δεν ισχυρίζομαι πως πρέπει να διαβάζουμε ποίηση αλλά ότι είναι κάτι ωραίο, μία τέχνη απαύγασμα του έρωτα και του άριστου με την αρχαιοελληνική έννοια. Για μένα η συγγραφή της ποίησης μου θυμίζει λίγο την αναζήτηση της μυθολογικής (ή μήπως υπαρκτής;) Ατλαντίδας. Δεν ξέρεις ποτέ αν θα φτάσεις στον επιθυμητό στόχο (την εύρεση μιας μεγάλης έμπνευσης και τη δημιουργία κάτι ωραίου) ενώ δεν γνωρίζεις καν αν όντως υπάρχει μέσα σου μεγάλη η δυνατότητα για τον εντοπισμό και τη χρήση μιας τέτοιας έμπνευσης. Απλά προχωράς με σύμμαχο το όποιο ταλέντο σου και τις ενδείξεις για το όποιο χάρισμα τέλος πάντων διαθέτεις. Ο αναγνώστης όμως μπορεί μέσα από ένα ποίημα να βρει όντως μια Ατλαντίδα η οποία και θα του υπενθυμίσει λησμονημένες και λανθάνουσες δυνάμεις που έχει μέσα του με κυριότερη την Αγάπη, την ανώτερη δύναμη και αξία, το πρωτεύον χαρακτηριστικό του (ξεχασμένου από τους περισσοτέρους μας) Θεού του ‘αγαπάτε αλλήλους’ και του ‘ουκ ενι Ιουδαιος ουδε Ελλην, ουκ ενι δουλος ουδε ελεύθερος, ουκ ενι άρσεν και θήλυ.... (Προς Γαλάτας, γ’, 28)
Σταματάω εδώ γιατί φλυάρησα μολονότι θα ήταν ίσως απλούστερο (και καλύτερο!) να παρέθετα κάποια ποιήματα μεγάλων ποιητών. Ο άνθρωπος όμως έχει την τάση να κάνει το εύκολο δύσκολο και τελικά καταλήγει σε τετριμμένα, ίσως γιατί το εύκολο και το απλό να είναι δυσκολότερο τελικά και να αρνούμαστε να το παραδεχθούμε. Με όλα αυτά, ξέχασα να παραγγείλω καφέ και ο σερβιτόρος για άγνωστη αιτία δεν έχει έρθει ακόμη στο τραπέζι μου και εγώ δεν αντέχω άλλο γιατί για μένα ποίηση είναι και ένας καλός καφές.

Βασίλης Κομπορόζος (τόπο και χρόνο που το έγραψα, δεν θυμάμαι!)